- αμέρεια
- ἀμέρεια, η (Α) [αμερής]το να είναι κάτι αμερές, η ιδιότητα τού να μη διαιρείται σε μέρη, το αδιαίρετο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀμερείᾳ — ἀμερείᾱͅ , ἀμέρεια being without parts fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀμέρεια — being without parts fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀμερείας — ἀμερείᾱς , ἀμέρεια being without parts fem acc pl ἀμερείᾱς , ἀμέρεια being without parts fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀμέρειαν — ἀμέρεια being without parts fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αμερής — ἀμερής, ές (Α) 1. αυτός που δεν αποτελείται από μέρη ή δεν διαιρείται σε μέρη, αμέριστος, αδιαίρετος 2. αμερόληπτος, ανεπηρέαστος, ειλικρινής 3. το ουδ. ως ουσ. τό ἀμερές η αμέρεια, το να είναι κάτι αδιαίρετο τά ἀμερῆ (Λογική) τα γένη που δεν… … Dictionary of Greek
Амелий — Гентилиан Ἀμέλιος Γεντιλιανός Направление: неоплатонизм Амелий Гентилиан (лат. Amelius Gentilianus; III в., род. в Этрурии) античный философ, представитель неоплатонизма. Содержание … Википедия
ԱՆԲԱԺԱՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0118 Chronological Sequence: Unknown date, 8c գ. ἁμερεία, τὸ ἁχώριστον indivisibilitas, inseparabilitas Անբաժանելի գոլն՝ պէսպէս օրինակաւ. ... *Գերազանցեալ անբաժանութիւն բոլոր աստուածականին միութեան: Վասն պարզութեանն եւ միութեան գերաբուն … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԱՆՄԱՍՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0200 Chronological Sequence: 8c գ. ἁμερεία, τὸ ἁμερές Չունելն մասունս բաժանելիս. *Մասունս անմասնութեան, որ ըստ հոգւոյ է ընտանեբար. Դիոն. ածայ. ՟Թ: *Առանց մեծութեան գոլով, եւ առանց թանձրութեան՝ անմասնութիւն. Նիւս. բն. ՟Գ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)